- αλληλοτυπία
- ἀλληλοτυπία, η (Α)αμοιβαίο κτύπημα, αμοιβαία πρόσκρουση ή συμπίεση (πρόκειται για τα άτομα τού Δημοκρίτου).[ΕΤΥΜΟΛ. < *ἀλληλότυπος < ἀλληλο-* + τύπος < τύπτω].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αλληλοτυπία — η (φυσ.), οπτικό φαινόμενο κατά το οποίο, όταν προστεθεί φως σε φως, μπορεί να προκαλέσει ή δυνατότερο φως ή σκοτάδι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀλληλοτυπίαν — ἀλληλοτυπίᾱν , ἀλληλοτυπία mutual impact fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀλληλοτυπίαις — ἀλληλοτυπία mutual impact fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αλληλ(ο)- — [Α ἀλληλ(ο) ] Γλωσσ. α συνθετικό ουσιαστικών, επιθέτων και ρημάτων τόσο τής Αρχαίας όσο και της Νεοελληνικής, που προέρχεται από το θέμα της αρχαίας αλληλοπαθούς αντωνυμίας αλλήλων. Τα σύνθετα με το αλληλο αποτελούν λεξικοποιημένη δήλωση τής… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek